Εκκρεμότητες


Εκκρεμότητες. Δεν μου αρέσουν. Καθόλου. Δεν θέλω να έχω σκουτούρες και έγνοιες όταν κάτι μπορώ να το ολοκληρώσω εδώ και τώρα. Τους λογαριασμούς, για να καταλάβετε, συνήθως τους πληρώνω την ίδια ημέρα που τους λαμβάνω. Για να φύγουν από τη λίστα και να δώσουν χώρο σε άλλα, ίσως πιο δημιουργικά και ευχάριστα. Τι γίνεται όμως όταν οι εκκρεμότητες είναι πιο βαθειές, πιο προσωπικές, πιο συναισθηματικές; Όταν αφορούν ανθρώπους και όχι εργασίες και υποχρεώσεις; Όταν πονάνε και "στοιχειώνουν" τις σκέψεις και τα όνειρά σου;

Όλα αυτά τα χρόνια, μία εκκρεμότητα με βάραινε. Μία εκκρεμότητα που "αισίως" έκλεισε τα 10 χρόνια! Ω ναι! Δέκα ολόκληρα χρόνια. Και αφορούσε τον κοντιμότερό μου άνθρωπο επί σειρά ετών. Την καλύτερή μου φίλη. Και σας γράφω σε παρελθοντικό χρόνο γιατί είμαι στην ευχάριστη θέση να σας δηλώσω ότι κατάφερα και έβαλα ένα μεγάλο "τικ". Δεν ήταν εύκολο αλλά δεν ήταν και δύσκολο. Μια βαθειά ανάσα χρειάστηκε ώστε να στείλω εκείνο το πολυαναμενόμενο email και να περιμένω την ανταπόκριση. Ξέρετε, είναι εύκολο να επαναπαύεσαι όταν το μπαλάκι είναι στην απέναντι πλευρά. Όταν ο απέναντι είναι ο "φταίχτης", ο "ένοχος", ο "υπαίτιος". Όταν εσύ είσαι σε θέση ισχύος και αναμένεις την συγνώμη. Εγώ όμως δεν ήθελα να περιμένω τη συγνώμη. Ήθελα να προσφέρω την συγχώρεση. Γιατί έτσι ένοιωθα. Γιατί δεν φώλιαζε μέσα μου κανένα αρνητικό συναίσθημα, καμία κακία, κανένα απωθημένο από τις τότε πράξεις της. Και ήθελα να το ξέρει. Ήθελα να το βγάλω από μέσα μου. Ήθελα να μην έχω τέτοιες εκκρεμότητες. Να της το πω εγώ, ενώπιος ενωπίω, ώστε να ξαναλαφρώσει και εκείνη, να ηρεμήσει και να προχωρήσει μπροστά χωρίς ενοχές.

Η απάντηση στο email - πρόσκληση που της έστειλα ώστε να συναντηθούμε για πρώτη φορά μετά από 10 χρόνια (μα να μην έχουμε συναντηθεί ούτε τυχαία;;) ήρθε αμέσως και ήταν βεβαίως θετική. Και έτσι, μπήκε αμέσως στη λίστα με τις Πασχαλιάτικες, Αθηναϊκές μας συναντήσεις. Το ραντεβού ορίστηκε για την Τετάρτη το πρωί στη γωνία του corte (τι να σας εξηγώ... πως πάντα σε αυτό το σημείο συναντιόμασταν στην προ-κινητών εποχή και πως πλέον corte δεν υπάρχει, αλλά όλοι οι Νότιοι καταλαβαίνουν για τι μιλάμε). Και καθώς περπατούσα την έβλεπα από μακριά να με περιμένει. Και μόλις την πλησίασα μου κόπηκαν τα πόδια. Στην κυριολεξία. Σαν να βγαίνω πρώτο ραντεβού. Ταχυπαλμία και σιωπή. Την κοιτούσα και δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη.  Το μόνο που μπορούσα και ήθελα να κάνω ήταν να την αγκαλιάσω. Και αυτό έκανα. Και έτσι παραμείναμε αρκετά λεπτά, αγκαλιασμένες και σιωπηλές. Και όταν κοιταχτήκαμε, εκείνη έσπασε το πάγο "Μα είσαι ίδια βρε Ανδριάνα". Και εκείνη ίδια ήταν. Πραγματικά. Και τις επόμενες 3 περίπου ώρες τις περάσαμε σε ένα ήσυχο καφέ προσπαθώντας να εξιστορήσουμε όλα όσα συνέβησαν σε προσωπικό και οικογενειακό επίπεδο αυτή την δεκαετία. Και ήταν τόσα πολλά. Κάποια τόσο στενάχωρα που και μόνο η αφήγηση μάς γέμιζε και τις δύο με δάκρυα. Κάποια τόσο ευχάριστα. Έγινε και αυτή μαμά μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα στη μικρή Αθηνά. Και στο τέλος φτάσαμε και στο συμβάν που προκάλεσε τον χωρισμό μας. Γιατί για χωρισμό επρόκειτο. Και ήταν τόσο επίπονη η αναπόληση αλλά και τόσο απαραίτητη. Και για πρώτη φορά, περισσότερο αποστασιοποιημένες μετά από τόσα χρόνια, με επίκεντρο το συναίσθημα και όχι τη λογική, συζητήσαμε για το τότε. Για το πώς έγινε, πώς το διαχειριστήκαμε, πόσο μας πλήγωσε, πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα. Και ναι, την άκουσα την συγνώμη αλλά δεν χρειαζόταν. Γιατί την έβλεπα στα μάτια της, και στα χέρια της που έδενε και έλυνε αμήχανα, και στα χείλη της που έτρεμαν. Μα πώς να κρυφτείς από την καλύτερή σου φίλη επί δεκαετίες; 

Ήταν λυτρωτική αυτή η συνάντηση. Δεν ήθελα να τελειώσει. Γιατί γνώριζα εξ' αρχής ότι με τις παρούσες συνθήκες, φίλες δεν θα μπορούσαμε να είμαστε. Ούτε καν τυπικά. Γιατί οι επιλογές του τότε μας στοιχειώνουν μέχρι σήμερα, συναισθηματικά αλλά και πρακτικά. Και έτσι, εξ' αρχής, η συγκεκριμένη συνάντηση ήταν ιστορική γιατί ήταν η πρώτη μετά από μία δεκαετία (!) αλλά ίσως και η τελευταία για αρκετά χρόνια ακόμη. Χαρμολύπη. Χαρά για την αγάπη που πάντα υπήρχε και υπάρχει, χαρά για αυτή την αγκαλιά και αυτά τα δάκρυα, χαρά για αυτή τη λύτρωση, αλλά και λύπη. Λύπη για όσα έχασα και έχασε, για όλα τα σημαντικά που συνέβησαν αλλά είμασταν απούσες (και οι δύο μέσα σε αυτή τη δεκαετία παντρευτήκαμε, και γεννήσαμε, και κλάψαμε, και φοβηθήκαμε για την υγεία των γονιών μας...), για αυτή τη φιλία που χάθηκε δια παντός -και ας μένει η αγάπη. Να αγαπιέσαι αλλά να μην μπορείς να είσαι μαζί. Και όμως.

Ήταν από τις πιο σημαντικές στιγμές του έτους και νοιώθω πολύ υπερήφανη για την απόφασή μου αυτή. Για αυτή την μικρή μου υπέρβαση. Που δεν άκουσα κανέναν, μόνο την καρδιά μου. Και βγήκα κερδισμένη 100%. 

Να πω εις το επανιδείν; Ποιος ξέρει, μπορεί.
ανδριάνα

Σχόλια